του Στάθη
Ο κ. Γεωργιάδης και ο κ. Κασιδιάρης. Δύο ραγιάδες (ή δύο γενίτσαροι) στην ίδια πόλη!
Βεβαίως, στην «πόλη», στο κράτος, στην επικράτεια των Ελλήνων ενδημούν χιλιάδες ραγιάδες. Ραγιάδες που, από την εποχή των γραικύλων (ου μην και γραισκύλων) όχι μόνον υπήρξαν, αλλά ευδοκίμησαν στους κόλπους του έθνους, όπως κι αν αυτό αντιλαμβανόταν κάθε φορά τον εαυτόν του,
όπως κι αν το αντιλαμβάνονταν οι αλλοεθνείς, είτε διέθετε κράτος είτε δεν διέθετε, με όποιο όνομα κι αν κυκλοφορούσε στην ιστορία, Γραικοί, Ελληνες, Ρωμαίοι, Ρωμιοί, Γένος, Ρουμ, Γκρηκς, Γκρτσκ, Γιουνάν, Σιλά, πάντα
το συμπαθές είδος των υπομειόνων, των γραισκύλων και των ραγιάδων καραδοκούσε περιμένοντας τις στιγμές που το πάνω χέρι στα πράγματα έπαιρναν οι γενίτσαροι και οι δωσίλογοι, ώστε να λαμβάνει και ο ανεόρταστος βίος αυτών των σκουπιδιών κάποια υπόσταση - δεν λέω νόημα, διότι κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο για τον ανόητο, τον ανούσιο, τον ανίερο.
Αδωνις, του έλειψε, λέει, η Τρόικα. Και τώρα που ήρθε, πανηγυρίζει ο ραγιαδάκος, όπως πανηγύριζαν οι εντολοδόχοι των Ρωμαίων Αιτωλοί πάνω απ’ τα σώματα των πεσμένων Μακεδόνων στην Πύδνα, προκαλώντας την αποστροφή του ευγενικού Σκιπίωνα.
Πανηγυρίζει για την επιστροφή της Τρόικας ο μικροαστός που κόπτεται ότι είναι αστός και λιγώνεται να το λέει, λες κι επιτέλους του δίνεται η ευκαιρία να φτύσει κι αυτός τα... παπούτσια του κ. Τόμσεν και να τα γυαλίσει, σαν να κάνει την προσευχή του.